ΚΥΣΤΗ ΚΟΚΚΥΓΟΣ

Τι είναι η κύστη κόκκυγα;

Η κύστη κόκκυγος είναι μια πολύ συχνή φλεγμονώδης  πάθηση  του δέρματος και του υποδορίου στην περιοχή των γλουτών. Δεν αφορά σε αυτόν  καθ΄ αυτόν τον κόκκυγα (το κόκαλο δηλαδή) αλλά παρουσιάζεται  στην ανατομική θέση του κόκκυγα και από τη θέση αυτή πήρε την ονομασία . Στην τυπική μορφή της εμφανίζεται με ένα ή πολλαπλά συρίγγια τα οποία επικοινωνούν συνήθως με μια ενιαία κοιλότητα που περιέχει τρίχες οι οποίες πολύ συχνά προβάλουν δια των συριγγίων.  Γι αυτό και η επιστημονικότερη ονομασία της είναι τριχοφωλεακή  κύστη. Αυτό που διακρίνει κανείς επισκοπικά όταν δεν υπάρχει φλεγμονή είναι μία ή περισσότερες τρυπούλες ανάμεσα στους γλουτούς από την ή τις οποίες μπορεί να ξεπροβάλουν τρίχες.

Ποια είναι η αιτιολογία της;

Δεν είναι ξεκάθαρη, τοπικές φλεγμονές, υπερτρίχωση στην περιοχή, τριβή,  θεωρούνται προδιαθεσικοί παράγοντες.

Τι συμπτώματα προκαλεί;

Είναι χρόνια πάθηση και στην τυπική μορφή των συριγγίων μπορεί να έχει  ήπια ή καθόλου συμπτώματα  ανάλογα με τον βαθμό φλεγμονής που προκαλείται. Τοπικό άλγος που περιορίζει την κίνηση και προκαλεί δυσφορία είναι συχνό σε ηπίους ερεθισμούς που μπορεί να αυτοϊαθούν  με αυτόματη παροχέτευση του πυώδους περιεχομένου που παράγεται δια των συριγγίων, χωρίς πολλές φορές να το καταλάβει ο πάσχων. Μπορεί βεβαία να εκδηλωθεί και ως οξύ απόστημα, με έντονο άλγος, πυρετό και έντονη κυτταρίτιδα της περιοχής  που να  απαιτεί επείγουσα χειρουργική επέμβαση με την έννοια της παροχέτευσης και του χειρουργικού καθαρισμού.

Ποια είναι η θεραπεία της;

Η θεραπεία είναι πάντα χειρουργική. Αν η κύστη παραμείνει, η μοίρα της είναι να μεγαλώνει με τις επανειλημμένες μικροφλεγμονές και έτσι  τα συρίγγια να αυξάνονται και να επεκτείνονται.  Όταν η νόσος εκδηλώνεται με εικόνα οξέως αποστήματος προτείνεται η ευρεία διάνοιξη και παροχέτευση  με ταυτόχρονη χορήγηση ισχυρών αντιβιοτικών και αφού υφαθούν τα σημεία της οξείας φλεγμονής μετά από δυο εβδομάδες μπορεί να επιχειρηθεί οριστική επέμβαση. Επί της χρόνιας μορφής, όπου απουσιάζουν τα σημεία της οξείας φλεγμονής η νόσος μπορεί να αντιμετωπίσει με μια από τις πολλές χειρουργικές  μεθόδους  που υπάρχουν.  

 

Ποιες χειρουργικές μέθοδοι υπάρχουν και ποια να προτιμήσω;

Αν και έχουν χρησιμοποιηθεί πολλές μέθοδοι στην αντιμετώπιση της νόσου καμιά δεν έχει καθιερωθεί σαν το gold standard, την επέμβαση δηλαδή που θα υπερέχει των υπολοίπων σε τέτοιο βαθμό ώστε οι υπόλοιπες να μπουν στο «χρονοντούλαπο» της χειρουργικής. Κι αυτό γιατί η επιτυχία της χειρουργικής αντιμετώπισης  μετριέται με τα ποσοστά επανεμφάνισης της νόσου, αυτό που καλούμε  υποτροπή δηλαδή και όχι με το εάν το τραύμα είναι μικρό ή ο πόνος λιγότερος. Η Ιδανική μέθοδος πρέπει να έχει πολύ χαμηλά ποσοστά υποτροπής (πολύ υψηλή επιτυχία δηλαδή) και μεταξύ αυτών των μεθόδων που εμφανίζουν παρόμοια χαμηλά ποσοστά προτιμητέα θα πρέπει να είναι αυτή που έχει ευκολότερη ανάρρωση, δηλαδή λιγότερο πόνο μικρότερο τραύμα  και συντομότερη επούλωση με τις λιγότερες επιπλοκές (αιμορραγία, φλεγμονή). Το πρόβλημα είναι ότι την επιτυχία της μεθόδου την εκτιμάμε με την κλινική κυρίως εμπειρία και όχι με εμπεριστατωμένες κλινικές μελέτες, που όσες υπάρχουν, παρουσιάζουν συγκρουόμενα και αντιφατικά αποτελέσματα. Σε γενικές γραμμές η επέμβαση που προτιμά η μεγάλη πλειοψηφία των χειρουργών σήμερα, είναι αυτή που αφήνει το τραύμα ανοικτό  μετά  την αφαίρεση της κύστης. Η αφαίρεση μπορεί να γίνει και με σύγχρονες   ενεργειακές πηγές όπως RF και  Laser κάτι, που υπόσχεται λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο, έχει όμως σημαντικά αυξημένο κόστος (που δεν καλύπτεται με τα τωρινά δεδομένα από το ΕΟΠΥΥ). Η λογική του λιγότερου τραύματος και άρα της καλύτερης και γρηγορότερης επούλωσης κυριαρχεί στην επέμβαση αυτή (ιδανικά να αφαιρεθεί η νόσος στα όριά της, χωρίς πολύ επιπλέον φυσιολογικό ιστό) μπορεί να επιτευχθεί με την έγχυση κυανού του μεθυλενίου και «σκιαγράφησης» της κύστης με τα συρίγγιά της. Πλεονέκτημα της μεθόδου, τα πολύ χαμηλά (συγκριτικά) ποσοστά υποτροπής και ο λίγος σχετικά πόνος, μειονέκτημα η παρατεταμένη περίοδος πλήρους ίασης (περίπου 2 μήνες κατά μέσο όρο) διάστημα στο οποίο ο ασθενής πρέπει να φροντίζει σχολαστικά το τραύμα του.  Την εκτομή και την άμεση σύγκλειση του τραύματος με ραφές την αποφεύγουν οι περισσότεροι χειρουργοί λόγω των υψηλών ποσοστών υποτροπής και του αυξημένου σχετικά πόνου. Η χρήση αντλιών κενού μειώνει σημαντικά τον χρόνο ανάρρωσης και τις μετεγχειρητικές φλεγμονές περιορίζει όμως εξίσου σημαντικά την δραστηριότητα. Τεχνικές με δημιουργία δερματικών κρημνών μπορεί να είναι χρήσιμες σε εξειδικευμένες περιπτώσεις. Τέλος η ενδοσκοπική καταστροφή της κύστης κόκκυγα υπερέχει σαφώς των άλλων μεθόδων όσον αφορά την γρήγορη επάνοδο του ασθενούς στις δραστηριότητές του καθότι δημιουργεί πολύ μικρό τραύμα, ωστόσο η πιθανότητα μετεγχειρητικής φλεγμονής είναι αυξημένη και η αποτελεσματικότητά της είναι πάρα πολύ νωρίς να αξιολογηθεί.